Ήδη γνωστός σκηνογράφος ο Γ. Ανεμογιάννης, διευρύνει την περίοδο αυτή σημαντικά τον κύκλο των συνεργατών του. Σχεδιάζει κοστούμια και σκηνικά για τους περισσότερους ιδιωτικούς θιάσους που εδρεύουν στην Αθήνα, μεταξύ των οποίων οι Θίασοι: Κατερίνας, Άννας-Μαρίας Καλουτά, Παπά- Λαμπέτη-Χορν κ.ά., ενώ συνεχίζει τη συνεργασία με την Εθνική Λυρική Σκηνή και τον Θίασο Κοτοπούλη. Με τον τελευταίο μάλιστα ανεβάζει το 1950 την «Άννα των 1000 Ημερών», ιστορική παράσταση του Δημήτρη Μυράτ, όπου λαμβάνει μέρος πλήθος ταλαντούχων ηθοποιών, μεταξύ των οποίων και οι: Μελίνα Μερκούρη, Ειρήνη Παππά, Άννα Συνοδινού, Νίτσα Τσαγανέα, Χρήστος Τσαγανέας, Δημήτρης Μυράτ, Τίτος Βανδής, Ντίνος Ηλιόπουλος, Μίμης Φωτόπουλος και άλλοι.
Στις αρχές του 1950 η παρουσία της Βέμπο, που μεσουρανεί την περίοδο αυτή στο ελαφρό μουσικό θέατρο, θα αποτελέσει κομβικό σημείο στην καριέρα του. Αρχικά, η πρότασή της για συνεργασία τον βρίσκει διστακτικό, ωστόσο η επιμονή της, αλλά και η μεσολάβηση της Κοτοπούλη τελικά τον πείθουν. Έτσι, το καλοκαίρι του 1951 ανεβάζουν μαζί το έργο «Βίρα της Άγκυρες», όπου χρησιμοποιούνται για πρώτη φορά τρεις εντυπωσιακές αυλαίες αντί για μία και κανονικοί θεατρικοί προβολείς. Πρόκειται για μία παράσταση-σταθμό στην ελληνική επιθεώρηση με τεράστια επιτυχία, η οποία θα καθιερώσει στο θέατρο τα φαντασμαγορικά θεάματα.
Χωρίς ποτέ να εγκαταλείπει τα έργα πρόζας, ο Ανεμογιάννης, στο εξής, θα ασχοληθεί δυναμικά με το ελαφρό μουσικό θέατρο. Αφού δουλέψει για λίγο διάστημα ακόμα κοντά στη Βέμπο, θα συνεργαστεί στη συνέχεια για αρκετά χρόνια με τον Βασίλη Μπουρνέλη. Μαζί θα ανεβάσουν επιθεωρήσεις στο Ακροπόλ, που θα αφήσουν εποχή.