Αποτελεί σήμερα έναν «τόπο προσκυνήματος» για τον μεγάλο λογοτέχνη, τον οποίο δημιούργησε ο Γ. Ανεμογιάννης σχεδόν από το μηδέν, με τη συνδρομή φίλων και κυρίως με την αρωγή της δεύτερης συζύγου τού συγγραφέα, Ελένης Καζαντζάκη.
Η ιδέα για την ίδρυση του μουσείου, γεννιέται το 1976, όταν για πρώτη φορά ο δημοφιλής σκηνογράφος επισκέπτεται την «ΑΙΘΟΥΣΑ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ» στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης, στο Ηράκλειο. Εκεί, πεπεισμένος ότι ο περιορισμένος εκθεσιακός χώρος δεν είναι ανάλογος ενός συγγραφέα με παγκόσμια αναγνώριση, αποφασίζει να δημιουργήσει ο ίδιος μια πνευματική στέγη που θα παρουσιάζει μια πληρέστερη εικόνα για τον μεγάλο λογοτέχνη.
Παραχωρεί, έτσι, στην κοινότητα της Μυρτιάς −τόπο καταγωγής και του Νίκου Καζαντζάκη− το εγκαταλελειμμένο εκεί σπίτι της οικογένειάς του, με σκοπό να στεγάσει το όραμά του. Όταν αργότερα ξεκινούν οι οικοδομικές εργασίες για την ανακατασκευή του ερειπωμένου αυτού κτιρίου, ο Ανεμογιάννης εποπτεύει τη διαδικασία ενώ, παράλληλα, καταπιάνεται με την επίπονη διαδικασία της συλλογής καζαντζακικού υλικού. Η έρευνά του ξεκινάει από βιβλιοθήκες, αρχεία και παλαιοβιβλιοπωλεία της Ελλάδας, ενώ στη συνέχεια επεκτείνεται και στο εξωτερικό. Στέλνοντας περίπου 3000 επιστολές σε χώρες της Ασίας, της Ευρώπης και της Βόρειας και Νότιας Αμερικής, καταφέρνει να συγκεντρώσει από τα πέρατα του κόσμου πλήθος ντοκουμέντων γύρω από το έργο αλλά και τον ίδιο τον συγγραφέα. Η αφοσίωση στο σκοπό του και η αδιάκοπη αναζήτησή του, επί σειρά ετών, έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας ανεκτίμητης συλλογής, η οποία γίνεται για πρώτη φορά προσβάσιμη στο ευρύ κοινό το 1983, με τα εγκαίνια του Μουσείου. Για την προσφορά του αυτή, τρία χρόνια αργότερα, ο Ανεμογιάννης θα λάβει επάξια τιμητικό βραβείο από την Ακαδημία των Αθηνών.